- ταμιευτήριο
- Πιστωτικό ίδρυμα, που έχει ως χαρακτηριστικό τον ειδικό προορισμό να διαθέτει για κοινωνικούς σκοπούς τα κέρδη που πραγματοποιούνται από τις πιστώσεις του.
Η δημιουργία των τ. ανάγεται στην περίοδο που εκτείνεται από το τέλος του 18ου έως το πρώτο μισό του 19ου αι. (δηλαδή στην περίοδο της οικονομικής ιστορίας κατά την οποία σημειώθηκε η πρώτη μεγάλη βιομηχανική επανάσταση), από την ανάγκη να καλλιεργηθεί ακόμα και στα άτομα που είχαν μικρά ή μέτρια εισοδήματα η συνήθεια της αποταμίευσης. Αυτό βοήθησε στο να συγκεντρωθούν και να γίνουν καρποφόρα τα μικρά κεφάλαια, που μόλις σχηματίζονταν και που διαφορετικά θα έμεναν αχρησιμοποίητα, ενώ συγχρόνως κεντριζόταν το ενδιαφέρον των μικρών αποταμιευτών για την οικονομική δραστηριότητα. Επιπλέον, η ίδρυση των τ. βρήκε αργότερα τη δικαίωσή της τόσο στο οικονομικό όσο και στο κοινωνικό πεδίο, ως συνέπεια του σχηματισμού της νέας τάξης των εργατών της βιομηχανίας που αναπτυσσόταν σιγά σιγά. Πολλαπλασιάστηκαν έτσι, στις διάφορες χώρες, τα τ. που ιδρύονταν με πρωτοβουλία τόσο φιλανθρωπικών οργανώσεων όσο και δημόσιων οργανισμών ή ακόμα και από τα ίδια τα κράτη και τις κοινότητες. Τα τ., όσο διαφορετική και αν ήταν η καταγωγή τους, διατήρησαν τα βασικά χαρακτηριστικά τους, μεταξύ των οποίων κοινό είναι η απουσία του κερδοσκοπικού σκοπού από τη δραστηριότητά τους. Με το πέρασμα του χρόνου τα τ. αναπτύχθηκαν όλο και περισσότερο, προσαρμοζόμενα στα τραπεζικά συστήματα των διαφόρων χωρών και υφιστάμενα, εν τω μεταξύ, μια εξέλιξη της λειτουργίας τους, που ουσιαστικά συνδεόταν με την πολιτική και την τεχνική των επενδύσεων. Πραγματικά, ενώ σε μερικές χώρες (Γαλλία, Μεγάλη Βρετανία) οι καταθέσεις που συγκεντρώνονται από τα τ. πρέπει να μεταβιβάζονται σε ένα κρατικό όργανο, το οποίο με τη σειρά του φροντίζει να τα επενδύει, σε άλλες χώρες τα ίδια τα τ. έχουν τη δυνατότητα να φροντίζουν μόνα τους για τη χρησιμοποίησή τους.
Στην Ελλάδα καταθέσεις τ. δέχονται εκτός από τον ειδικό πιστωτικό οργανισμό των Ταχυδρομικών Ταμιευτηρίων, και όλες οι εμπορικές τράπεζες, η Αγροτική, η Κτηματική κλπ. Το σχετικά υψηλό επιτόκιο των καταθέσεων τ., η απαλλαγή των τόκων από τη φορολογία εισοδήματος κλπ., προκάλεσαν τα τελευταία χρόνια πολύ μεγάλη αύξηση των καταθέσεων στα ταμιευτήρια.
Τα ταμιευτήρια ιδρύονται στα τέλη του 18ου -αρχές 19ου αι. και σκοπεύουν στην αποταμίευση ακόμα και μικρών εισοδημάτων.
* * *το, / ταμιευτήριον, ΝΑνεοελλ.1. χρηματοοικονομικός οργανισμός που συγκεντρώνει καταθέσεις πληρώνοντας τόκους ή μερίσματα στους αποταμιευτές2. φρ. α) «ταχυδρομικό ταμιευτήριο»(οικον.) αυτοτελής δημόσια υπηρεσία, ειδικός πιστωτικός οργανισμός τού οποίου αποστολή είναι η αξιοποίηση τών καταθέσεων τών μικροκαταθετών, η χορήγηση στεγαστικών δανείων, η χρηματοδότηση τού κρατικού επενδυτικού προγράμματος, η καλλιέργεια τού πνεύματος αποταμιεύσεως και η εκτέλεση κάθε είδους εργασιών που προσιδιάζουν στη φύση του ως πιστωτικού ιδρύματοςβ) «καταθέσεις ταμιευτηρίου» — ειδική μορφή καταθέσεων την οποία χρησιμοποιεί το σύνολο τών εμπορικών τραπεζών και η οποία παρέχει στους καταθέτες τη δυνατότητα κατάθεσης ή ανάληψης χρημάτων χωρίς χρονική προειδοποίηση και χωρίς περιορισμούςγ) «καταθέσεις στεγαστικού ταμιευτηρίου»(οικον.) ειδική μορφή τραπεζικού λογαριασμού καταθέσεων που χρησιμοποιούν οι τράπεζες στεγαστικής πίστης στη χώρα μας, η οποία παρέχει στον δανειστή τη δυνατότητα, μετά την πάροδο δύο χρόνων από το άνοιγμα τού λογαριασμού, να δανειστεί με προνομιακούς όρους από την τράπεζα το διπλάσιο τού μέσου όρου τών καταθέσεών του και να τό χρησιμοποιήσει για την αγορά ή ανέγερση κατοικίαςαρχ.μέρος όπου αποταμιεύονται χρήματα, ταμείο.[ΕΤΥΜΟΛ. < ταμιεύω + επίθημα -τήριο(ν), πρβλ. λαξεν-τήριον].
Dictionary of Greek. 2013.